συγκατέδομαι

συγκατέδομαι
συγκατεσθίω
eat up
fut ind mid 1st sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • συγκατέδομαι — Α (μέλλ. με ενεργ σημ.) βλ. συγκατεσθίω …   Dictionary of Greek

  • συγκατεσθίω — μέλλ. συγκατέδομαι και συγκαταφάγομαι, Α [κατεσθίω] τρώγω μαζί με κάποιον ή τρώγω πολλά μαζί («συγκαταφάγεται τὰ κύκλῳ τῶν βουτῶν πάντα», ΠΔ) …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”